- Σατυρικῶν
- Σατυρικόςsuiting a Satyrfem gen plΣατυρικόςsuiting a Satyrmasc/neut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
σατυρικῶν — σατυρικός suiting a Satyr fem gen pl σατυρικός suiting a Satyr masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
BION — I. BION Borysthenites Philosophus, et Sophista callidus, Philosophiam variô orationis flore vestivit. Laertius, l. 4. c. 46. Fertur hic dixifle ad eum, qui fundos suos ingluvie voraverat, Terra Amphiaraum absorbuit, sed terr am tu. Auditor… … Hofmann J. Lexicon universale
αλέξανδρος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Άλλο όνομα του Πάρη που του δόθηκε επειδή, όταν ήταν μικρός, βοήθησε στη διάσωση των κοπαδιών από επιδρομή ληστών «αλεξήσας ποίμνια», παρέχοντας δηλαδή σε αυτά προστασία. 2. Γιος του Ευρυσθέα, που σκοτώθηκε στον… … Dictionary of Greek
πήδηση — η / πήδησις, ήσεως, ΝΜΑ [πηδώ] πήδημα, πηδηξιά (α. «μετὰ εὐασμῶν καὶ πηδήσεων σατυρικῶν», Πλούτ β. «πηδήσεις ἐπὶ τοὺς ἵππους», Αρρ.) αρχ. 1. (για ξύλο που καίγεται) απότομη μετακίνηση 2. έντονος παλμός τής καρδιάς … Dictionary of Greek
Αχαιός — Όνομα μυθολογικών και ιστορικών προσώπων. 1. Μυθικό πρόσωπο, γενάρχης και ήρωας των Αχαιών, γιος του Ξούθου (γιου του Έλληνα) και της θυγατέρας του Ερεχθέα, Κρέουσας (Απολλόδ. Α’ 7,3 και Στραβ. Η’ 383). Σύμφωνα με άλλες εκδοχές ήταν γιος του… … Dictionary of Greek